Τη δική του απάντηση στη Συντονιστική Επιτροπής της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων η οποία κατέθεσε πρόταση για αποχή των δικηγόρων από δίκες ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) μέχρι της 31 Δεκεμβρίου, έδωσε με επιστολή του προς τον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνάς (ΔΣΑ) και της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Δημήτρη Βερβεσό ο πρόεδρος του ΣτΕ Μιχάλης Πικραμένος. Αιτία της αντιπαράθεσης αποτέλεσαν οι υπ. αριθ. 1641 και 1639/2024 αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ, με τις οποίες κρίθηκε ότι ο ΔΣΑ στερείται εννόμου συμφέροντος για την ακύρωση αποφάσεων του υπουργού Δικαιοσύνης περί διορισμού του μελών της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (Α.Δ.Α.Ε.) και του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ) αντίστοιχα.

Ειδικότερα, ο κ. Πικραμένος στην επιστολή του προς τον κ. Βερβεσό, αφού αναφέρει αρχικά ότι «το δικαίωμα άσκησης κριτικής στις δικαστικές αποφάσεις είναι αυτονόητο, ιδίως όταν προέρχεται από θεσμικό όργανο των συλλειτουργών της δικαιοσύνης, όπως είναι η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, όπως αυτονόητο είναι επίσης το δικαίωμα του ως άνω οργάνου να αποφασίζει τον τρόπο δράσης για τη διεκδίκηση των αιτημάτων του», στη συνέχεια επισημαίνει ότι το ΣτΕ «έχει εκκινήσει μια μεγάλη προσπάθεια, διατηρώντας την ποιότητα των αποφάσεών του, να περιορίσει την εκκρεμότητα και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα καθυστέρησης» και αναφέρεται στα μέτρα που έχουν ληφθεί.

Ακολούθως ο κ. Πικραμένος ότι επισημαίνει «ότι οι δικηγόροι ως συλλειτουργοί της δικαιοσύνης, που έχουν ευθύνη απέναντι στους διαδίκους, στους πολίτες και το κοινωνικό σύνολο, πρέπει να είναι αρωγοί στη μεγάλη προσπάθεια για επίκαιρη επίλυση των διαφορών».

Ωστόσο, όπως αναφέρει ο πρόεδρος του ΣτΕ: «Στο πλαίσιο αυτό είναι ευκταίο να μην προκρίνονται αντιδράσεις, όπως η αποχή, ιδίως από υποθέσεις μείζονος σπουδαιότητας. Αποχή η οποία όχι μόνο δεν νοείται σε ένα Κράτος Δικαίου να συνδέεται με την αιτιολόγηση μιας δικανικής κρίσης (που βεβαίως υπόκειται ακόμα και σε δριμεία κριτική), αλλά, το κυριότερο, συντελεί στην αναποτελεσματικότητα απονομής της δικαιοσύνης, με εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες για τους διαδίκους και ευρύτερα για την κοινωνική ειρήνη και ευρυθμία».